Παρασκευή 14 Ιουλίου 2023

 


Αγαπητοί αδελφοί θα τα πούμε ξανά μετά τις 20 Σεπτεμβρίου, πρώτα ο Θεός. Μέχρι τότε ο Θεός μαζί μας.

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023

 





ΤΟ ΤΡΙΓΩΝΟ ΤΗΣ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΟΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΘΕΙΩΝ ΚΑΙ ΙΕΡΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ.

 

 

Πρεσβύτερος

ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ

Ορθόδοξος Θεολόγος – Εκκλ/κός Συνήγορος

Επ/μος πρόεδρος  Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος.

 

 

α) ΤΙΤΟΥΛΑΡΙΟΣ Μητροπολίτης

β) ΤΙΤΟΥΛΑΡΙΟΣ Επίσκοπος

γ) ΒΟΗΘΟΣ Επίσκοπος

 

«Πολλάκις συνεζητήθη Συνοδικώς, της ο Σχολάζων… περί δε του Σχολάζοντος Αρχιερέως γέγονεν αμφιβολία πολλή. Και ήρεσε πάσι, Σχολάζων είναι, τον μην  δυνάμενον απελθείν εις ην επεκηρύχθη εκκλησίαν»

(Σύνταγμα Θείων και Ιερών Κανόνων, Γ. Ράλλη – Μ. Ποτλή, τόμ. Γ’ σελ. 154-157, Σχόλια στον 16ο Καν. Συν. Αντιοχείας.)

 

 

Η προσφώνηση «Τιτουλάριος» είναι εξελληνιζόμενη Λατινική λέξη «titularius» και σημαίνει, απλώς τον φέροντα μόνον τον τίτλο. Η έκφραση αυτή έχει απολήξει τελικά, ως ένας ξηρός τίτλος κενός περιεχομένου. Στο Κανονικό Δίκαιο και στην Πατερική Γραμματολογία δεν αναφέρεται ποσώς, γεγονός που σημαίνει ότι από πλευράς Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας, ο τίτλος «Τιτουλάριος Μητροπολίτης και Τιτουλάριος Επίσκοπος, αλλά και βοηθός Επίσκοπος, είναι τίτλοι εντελώς ανύπαρκτοι στον Ορθόδοξο Χριστιανικό χώρο, και άρα απόβλητοι.

 

Και είναι ανύπαρκτοι και απόβλητοι από την Ορθόδοξη Εκκλησία, αυτοί οι τίτλοι, γιατί δεν είναι ποτέ δυνατόν ένας Ιερωμένος, να έχει ενεργό Ιερωσύνη, και να μην έχει ποίμνιο, για να ασκήσει τα Ιερατικά του καθήκοντα. Εκτός και αν η Εκκλησία του ευρίσκεται «υπό αθέων εθνών κρατουμένη» και δεν δύναται να ασκήσει εκεί τα Ιερατικά του καθήκοντα, είτε δεν  γίνεται δεκτός εκεί από τους πιστούς (Καν. 36ος Αγ. Απ/λων), είτε λόγω σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας του (ν. 590/77 αρθρ. 34 παρ. 3-7 Κατ/κός Χάρτης της Εκκλησίας). Στις περιπτώσεις αυτές ο Ιερωμένος κρατά τον ΒΑΘΜΟΝ και την ΤΙΜΗΝ και την ΙΣΧΥΝ  του αξιώματός του. Αλλά, διερωτάται κανείς καλοπροαίρετα: Είναι ποτέ δυνατόν να φέρει ένας Ιερωμένος ενεργό το αξίωμά του, και να το κρατά ανενεργό; Υπάρχει βεβαίως και τέτοια περίπτωση και είναι η περίπτωση της καθαίρεσής του, αλλά τότε ουδεμία τιμή και ισχύ του αξιώματός του κατέχει. Υποβιβάζεται στην τάξη των λαϊκών και αν είναι άγαμος σε απλό ρασοφόρο.

 

Συνεπώς, πολύ σωστά, οι ως άνω αναφερόμενοι τίτλοι είναι απόβλητοι από την Ορθόδοξη Θεολογία, Εκκλησιολογία, Θείους και Ιερούς Κανόνες, την Πατερική Γραμματολογία και την Ορθόδοξη Ιερά Παράδοση, γιατί είναι καθαρά κοσμικοί τίτλοι, και από εκκλησιαστικής πλευράς είναι εντελώς κενοί οιουδήποτε εκκλησιαστικού περιεχομένου, και άρα απόβλητοι, άμα δε και απεχθείς. Οι κοσμικοί αυτοί τίτλοι οι οποίοι, παρά τις ρητές και κατηγορηματικές διατάξεις των Θείων και Ιερών Κανόνων, όλως ασυστόλως, αποτολμάται η απονομή τους σε Ιερωμένους της Ορθοδοξίας Εκκλησίας, ουσιαστικά τους απονέμεται το στίγμα της αναξιότητάς τους, και καθ’ όσον αφορά τον δήθεν βοηθό επίσκοπο, του αποδίδεται το στίγμα της απωλελυμένης χειροτονίας (= άκυρης Αρχιερωσύνης).

 

Και απαιτεί ο Θείος και Ιερός Κανόνας, ο ψευτο/επίσκοπος αυτός να μένει εφ’ όρου ζωής σε αργία από πάσης Ιεροπραξίας, για να ατιμάζεται έτσι ο Αρχιερέας αυτός για την αντι/Κανονική του αυτή πράξη, ώστε του λοιπού να συνετιστεί και να μην αυθαιρετήσει έναντι των διατάξεων των Θείων και Ιερών Κανόνων. «Μηδένα απωλελυμένως χειροτονείσθαι… ει μη ειδικώς εν εκκλησία πόλεως, ή κώμης, ή μαρτυρίω, ο χειροτονούμενος επικηρύττοιτο. Τους δε απολύτως χειροτονουμένους όρισεν η αγία Σύνοδος, άκυρον έχειν την τοιαύτην χειροθεσίαν, και μηδαμού δύνασθαι ενεργείν, εφ’ ύβρει του χειροτονήσαντος» (Καν. 6ος Δ’ Οικ. Συν.).

 

Επομένως, όσοι παρά τις ρητές και κατηγορηματικές, απαράβατες και απαραχάρακτες Κανονικές διατάξεις των Θείων και Ιερών Κανόνων απένειμαν, αλλά και αυτοί που αποδέχτηκαν να φέρουν τους ανύπαρκτους  ως άνω απόβλητους και απεχθείς τίτλους, ήτοι: Του Τιτουλάριου Μητροπολίτου και Επισκόπου, αλλά και του Βοηθού Επισκόπου, και λοιπών ανύπαρκτων κοσμικών Οφφικίων, είναι σοβαρώς υπόλογοι και καθαιρετέοι, βάση των Θεοδότων Κανονικών Διατάξεων. Θεωρούνται ότι έχουν αποβάλλει τα Θεοπαράδοτα Συγγράμματα και Δόγματα των αγίων και μακαρίων Οικουμενικών Πατέρων και αναθεματίζονται, ως εχθροί της Εκκλησίας Εκείνου και διαγράφονται από τον κατάλογο των Χριστιανών. Απομακρύνονται δηλαδή από την Εκκλησία, «… έστω ανάθεμα, κατά τον ήδη εκτεθέντα όρον… και ως αλλότριοι εξωθείσθωσαν και εκπιπέπτωσαν…» (Καν. 1ος και 2ος ΣΤ Οικ. Συνόδου).

 

Από έποψη Κανονικού Δικαίου της Ορθοδόξου Εκκλησίας έχει γίνει, πολλές φορές, λόγος και μάλιστα συζητήθηκε και σε Σύνοδο, αλλά μόνον για τον Σχολάζοντα Αρχιερέα, και την Σχολάζουσα Εκκλησία με τον ερώτημα, «τις εστίν ο Σχολάζων, και ποια εστίν η Σχολάζουσα Εκκλησία». Και ως προς την Σχολάζουσα Εκκλησία δεν παρουσιάστηκε καμία αμφιβολία για το ποια ακριβώς είναι, και είναι η μη έχουσα Επίσκοπον.

 

Όμως για τον Σχολάζοντα Αρχιερέα παρουσιάστηκε μεγάλη αμφιβολία, έγινε ζωηρή συζήτηση και τελικά αποφασίστηκε, ότι Σχολάζων Αρχιερέας είναι εκείνος, όπου παρότι εξελέγη για Επαρχία δεν μπορεί να μεταβεί εκεί λόγω του ότι η Επαρχία ευρίσκεται υπό την κατοχή άθεου έθνους ή από αιρετικούς, είτε διότι έχει καταστεί ακάθαρτος, και προσέτι δεν γίνεται δεκτός από τους πιστούς, (ένθ’ αν.). «Πολλάκις συνεζητήθη συνοδικώς, τις εστίν ο Σχολάζων, και ποια η Σχολάζουσα. Και περί της Σχολαζούσης ουδεμία γέγονε αμφιβολία. Πάντες γαρ διέγνων Σχολάζουσαν είναι Εκκλησίαν την χηρεύουσαν Αρχιερέως. Περί δε του Σχολάζοντος Αρχιερέως γέγονεν αμφιβολία πολλή. Και ήρεσε πάσι, Σχολάζοντα είναι τον μη δυνάμενον απελθείν εις ην επεκηρύχθη Εκκλησίαν, δια το υπό εθνών ή αιρετικών ταύτην  κατέχεσθαι, ίσως δε και κοινωθείσαν, και μη παραχωρείσθαι τον Αρχιερέα πόδα βαλείν εν αυτή…» (Καν. 16ο Συν. Αντιοχείας, εν’ αν. και 18ο Αντιοχείας, πρβλ. Καν. 36ο Αγ. Αποστόλων, ένθ. αν).

Από τα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, και πολλά άλλα που αναφέρονται από τους μεγάλους Βυζαντινούς Κανονολόγους στα λεγόμενα των ως άνω Θείων και Ιερών Κανόνων, γίνεται φανερόν, από Ορθοδόξου πλευράς, ότι αφ’ ενός μεν οι τίτλοι του Τιτουλαρίου Μητροπολίτη και Επισκόπου, και του βοηθού επισκόπου αλλά και των άλλων Οφφικίων που αφειδώς και ανεξελέγκτως απονέμονται, είναι ανύπαρκτοι και, Εκκλησιολογικά, όλως απόβλητοι και οι τολμητίες αυτού του αντ/Ορθόδοξου Κανονικού τερατουργήματος, που όλως ασυστόλως τα απονέμουν, αλλά και αυτοί που τα αποδέχονται «έστω ανάθεμα και του Χριστιανικού καταλόγου απόβλητοι», αφ’ ετέρου δε, για να γίνει δεκτό από την Ορθόδοξη Εκκλησία, και το γνωστό ακόμη Οφφίκιον του «Σχολάζοντος Αρχιερέως», θα πρέπει και σήμερα, για να αποδοθεί, να ενυπάρξουν, απαραιτήτως, οι ως άνω αποχρώντες (= σοβαροί) Κανονικοί λόγοι.

 

Και ευλόγως ΕΡΩΤΑΤΑΙ: Αν για ένα υπαρκτό και οριοθετημένο εκκλησιαστικό Οφφίκιο, του «Σχολάζοντος Αρχιερέως», η Εκκλησία, λόγω της διαχρονικότητος των Θεόσδοτων Ιερών Κανόνων, διατηρεί τις επιφυλάξεις της, πόσο μάλλον για τον εντελώς ανύπαρκτο ως άνω ξένο τίτλο, του Τιτουλαρίου, οφείλει να είναι άτεγκτη (= άκαμπτη).

 

Η Εκκλησία του Θεανθρώπου Κυρίου μας Ιησού Χριστού, η Ορθόδοξη Εκκλησία, με τη βεβαιότητα ότι απευθύνεται σε πιστό και υπάκουο στους Οικουμενικούς Θείους και Ιερούς Κανόνες Ιερατείον Της, όπου και ορκίζεται προς τούτο ενώπιον Θεού και ανθρώπων, (και δεν απευθύνεται προς κάφρους Σαυρομάτες), οφείλει να αντιδράσει απέναντι σε αυτό το τερατούργημα έναντι των Θείων και Ιερών Κανόνων, και η αντίδρασή της αυτή, στο αποκρουστικό αυτό θέμα των Τιτουλαρίων και βοηθών επισκόπων, αλλά και το κακό συναπάντημα των Οφφικιάλων, να είναι λίαν ρητή και κατηγορηματική. Να αφαιρέσει τους ως άνω γαργαλιστικούς και μόνον κοσμικούς τίτλους και το Οφφίκια από το Άγιο χώρο Της.

 

Και οφείλει να το πράξει τούτο  η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ώστε να σταματήσουν, επί τέλους, να τρίξουν τα ιερά κόκαλα των Οικουμενικών Θεοφόρων αγίων Πατέρων, και να παραπονείται ο Μέγας Πατέρας της Εκκλησίας μας ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ, για το μεγάλο κίνδυνο που ελλοχεύει η εγκληματική – Σατανική αμέλεια και βάρβαρη καταπάτηση της Κανονικής ΤΑΞΕΩΣ της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. «Πάνυ με λυπεί, ότι επιλελοίπασι λοιπόν οι των Πατέρων Κανόνες, και πάσα ακρίβεια των Εκκλησιών απελήλαται. Και φοβούμαι μη κατά μικρόν της αδιαφορίας οδώ προϊούσης, εις παντελή σύγχυσιν έλθη τα της Εκκλησίας πράγματα…» (Καν. 89ος).

 

Και οφείλει η Ορθόδοξη Εκκλησίας μας: α) Να καθαρίσει το Ιερατείον Της, για να υπερασπιστεί την ιερότητα της αποστολής Της στον κόσμο, από όλους αυτούς τους πονηρούς και γόητες, που παρεισέφρησαν στην Εκκλησία Εκείνου, «ην περιεποιήσατο δια του ιδίου αίματος… ουχί δια της πύλης εις την αυλήν των προβάτων, αλλά αλλαχόθεν… άνδρες πονηροί και γόητες προκόπτοντες επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι», (Πραξ. 20.28 – Ιωάν. 10. 1-7 – Β’ Τιμ. 3, 13).  β)  Να αντιδράσει έναντι αυτής της βάρβαρης καταπάτησης των Θείων και Ιερών Κανόνων, ώστε να επανέλθει η έκπαλαι Κανονική ΤΑΞΗ και ΠΡΑΞΗ. Και τότε, Ω τότε!!! Να χτυπήσουν οι καμπάνες, για να απλώσει επί τέλους την ΣΩΤΗΡΙΑ ομορφιά της η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ – ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ και «εν τυμπάνω και χωρώ, και εν χορδαίς και οργάνω» να αναφωνήσουμε με στεντόρεια Ορθόδοξη φωνή, «Μεγαλύνει η ψυχή μας τον Κύριον… ότι καθείλε δυνάστας από θρόνων…», (Λουκ. 1, 46-52).

 






ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΤΕΛΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΤΑΚΤΩΣ ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΝΤΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΥΣ ΒΟΗΘΟΥΣ;

 

Γράφει ο πρεσβύτερος

ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΚΟΛΛΑΣ

Ορθόδοξος Θεολόγος

Εκκλησιαστικός Συνήγορος

 

 

«…Ει γαρ εισίν άξιοι του λειτουργείν, έστωσαν εν τούτω, ει δε ανάξιοι… εξίτωσαν… έξω τρεχόντων πάσης ακολουθίας… Μηδένα απολελυμένως (= χωρίς ποίμνιον), χειροτονείσθαι… άκυρον έχει την τοιαύτην χειροθεσίαν και μηδένα δύνασθαι ενεργείν…».

 

(Καν. 3ος Κύρ. Αλεξανδρείας, 4ος Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος, πρβλ. ΠΗΛΑΔΙΟΝ σελ. 762)

 

 

Ο ζων Θεός που πιστεύουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, «ου γαρ έστιν ακαταστασίας, αλλά ειρήνης… (διο) πάντα ευσχημόνως και κατά τάξιν γινέσθω». (Α Κορ. 14, 33 – 14, 40). Η Ορθόδοξη Εκκλησιαστική ΤΑΞΗ του Ιερατείου είναι η εξής: α) Ο Πρεσβύτερος (= Ενορία). β) Ο Επίσκοπος (= Επισκοπική Επαρχία). γ) Ο Αρχιεπίσκοπος (= ο Πρώτος Αυτοκεφάλου Εκκλησίας (Καν. 34ος Αγ. Αποστόλων). δ) Ο Πατριάρχης (= ο Πρώτος των αυτοκεφάλων Εκκλησιών της επικρατείας του).

 

Κατά την ως άνω ΤΑΞΗ: Ο Πρεσβύτερος Ιεουργών μνημονεύει τον Επίσκοπό του, εφ’ όσον βεβαίως δεν αιρετίζει (Μεγ. Αθανάσιος Εξηγητικά αποσπάσματα εις τον Ματθαίον 5, 29). Ο Επίσκοπος όπου και αν Ιερουργεί, κατά σειράν τιμής, τους Πατριάρχες, τους Πρώτους των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, και την Ιερά Σύνοδο. Το ίδιο πράττει και ο Πατριάρχης στην Επικράτειά του. Αυτή είναι η Κανονική Τάξη μνημόνευσης των Ιερουργούντων Πρεσβυτέρων, Επισκόπων, Αρχιεπισκόπων και Πατριαρχών, της Ορθοδόξου κατά Ανατολάς Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Θεανθρώπου Σωτήρος μας Ιησού Χριστού.

Δεν γίνεται ποσώς λόγος για τους ατάκτως παραιτηθέντας Επισκόπους και βοηθούς επισκόπους, γιατί ο μεν Επίσκοπος παραιτείται, είτε ως υπερήλικας αδύναμος να Ιερουργεί, είτε για λόγους σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας, οπότε επίσης δεν μπορεί να Ιερουργεί. Για δε τους ανύπαρκτους Κανονικά βοηθούς επισκόπους επειδή δεν έχουν ποίμνιο, οσάκις αποτολμήσουν να ιερουργήσουν ως ψευδο/επίσκοποι, απλώς πέραν του θεάτρου που παίζουν, ευτελίζουν τόσον το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, και τα Μυστήρια, και τις Ιερές Ακολουθίες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, όσον και αυτό τούτο Επισκοπικό αξίωμα της Εκκλησίας.

 

Όμως τι συμβαίνει σήμερα με τους παραιτηθέντας επισκόπους, χωρίς να δηλώσουν επακριβώς και τους λόγους της παραίτησής τους, γεγονός που σημαίνει ότι έχουν εκπέσει της τιμής του Επισκόπου (ΠΗΔΑΛΙΟΝ «Τύπος Κανονικής Παραιτήσεως» σελ. 762), αλλά και με τους ανύπαρκτους βοηθούς ψευτο/επισκόπους; «Πάρτε τους μεν, και χτυπήστε τους δε», κατά τη σοφία του λαού μας.

 

 

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ:

 

α) Οι λίαν αντι/Κανονικώς παραιτηθέντες επίσκοποι οι οποίοι, ως εκ τούτου, στερούνται της τιμής του Επισκόπου, αλωνίζουν ελεύθερα, τις Ορθόδοξες Εκκλησίες μας και, χωρίς εντροπή, παίζουν θέατρο περιβαλλόμενοι με τους οικείους Επισκόπους, και με ανύπαρκτους βοηθούς, και μάλιστα κάποιος απαιτεί να προΐσταται της Θείας Λειτουργίας. Κάποιος άλλος «έχει κόψει τον άλυσο», κατά το κοινώς λεγόμενον, επιδιώκοντας να επανέλθει. Ένας απαιτεί να προΐσταται της Θείας Λειτουργίας, και όχι μόνον μνημονεύει, όπου και αν βρεθεί τον αιρετίζοντα Πατριάρχη Βαρθολομαίο, αλλά μας κάνει και τον ΠΡΩΤΟ (;) μνημονεύοντας, Πατριάρχες και Αρχιεπισκόπους, «πάσης Επισκοπής Ορθοδόξων…», πράξη που δεν του ανήκει, και την ενέργειά του αυτή την επισφραγίζει με την ανύπαρκτη Φήμη του. Δηλαδή, ενώ δεν μιλάμε απλώς για θέατρο, αλλά για θέατρο του παραλόγου.

 

β) Οι φερόμενοι ως βοηθοί επίσκοποι, δεν έχουν Εκκλησιολογική και Κανονική ύπαρξη. Αυτοί είναι που παίζουν ΤΟ θέατρο, και χωρίς να έχουν ποίμνιο, τους ψάλλεται, μερικές φορές και φήμη… πάσης ξεροκαμπίας!!!

 

Οφείλει, λοιπόν, η Σύνοδος της Ιεραρχίας, να απαλλάξει την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, «την μη έχουσαν σπίλον η ρυτίδα» (Εφ. 5, 27) από τη Σατανική αυτή αναποδιά που την κατατρύχει, ως μη όφειλε, πριν είναι αργά γιατί, άγιοι πατέρες, η Βασιλεία του ζώντος Θεού μας σημαδεύει. Μην αμελείται, λοιπόν, γιατί «Θεός ου μυκτηρίζεται… (και) φοβερόν το εμπεσείν εις χείρας Θεού ζώντος», (Γαλ. 6, 7 - Εβρ. 10, 31). Εκτός και αν υποβόσκει, η θανάσιμη εκείνη διαβολική παγίδα, του ότι δηλαδή, «οι νεκροί ουκ εγείρονται φάγωμεν και πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν» (Α’ Κορ. 15, 32), οπότε εδώ ισχύει το του σοφού λαού: «Λαγός την πτέριν έσειε, κακό του κεφαλιού του!!!».

 

Θα επανέλθω, δριμύτερος, με τα όσα αντι/Κανονικά και αντ/Εθνικά συμβαίνουν, από το απρόσεκτο Φανάρι, σχετικά με τις Μητροπόλεις Ηπείρου, Μακεδονίας, Θράκης, το Άγιον Όρος, και τις Σταυροπηγιακές Ιερές Μονές.

 

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2022

 


Οι Προσευχές των Αγίων.

Επιμέλεια: Αρχιμ. Σ. Λ.

Email: pater9870@gmail.com



 

 

 

 

  Ἐὰν  ἀνοίξουμε  τὴν  ἁγία  Γραφή,  θὰ  δοῦμε,  ὅτι  γενικὰ  ἡ  προσευχὴ  τῶν  ἁγίων  ἔχει  τεράστια  δύναμη.  Ἔτσι  προσεύχεται  ὁ  Μωϋσῆς  μὲ  ὑψωμένα  τὰ  χέρια  του  καὶ  νικοῦν  οἱ  Ἰσραηλῖτες  τοὺς  Ἀμαληκίτες(Ἔξοδ.17,8-13).Ἀργότερα,  ὅταν  διψοῦσαν  καὶ  γόγγυζαν  οἱ  Ἰσραηλῖτες,  προσευχήθηκε  ὁ  Μωϋσῆς  καὶ  εἶπε'  «Τί  νὰ  κάνω  Θεέ  μου  μ’  αὐτὸ  τὸν  ἀπειθῆ  λαὸ  κοντεύουν  νὰ  μὲ  λιθοβολήσουν»;  Καὶ  ὁ  Θεὸς  τοῦ  ἀπάντησε'  «Κτύπησε  τὴν  πέτρα  μὲ  τὸ  ραβδί  σου  καὶ  θὰ  τρέξει  νερό»(Ἔξοδ.17,6).  Καὶ  πράγματι  ἔτσι  ἔγινε.  Ἀργότερα  μὲ  τὴν  προσευχὴ  τοῦ  Μωϋσῆ  πάλι  οἱ  Ἰσραηλῖτες  σώθηκαν  ἀπὸ  τὰ  δηλητηριώδη  φίδια  ποὺ  γέμισε  ἡ  ἔρημος.  Διότι  ὁ  Μωϋσῆς,  κατὰ  ἐντολὴ  τοῦ  Θεοῦ,  ἔκανε  ἕνα  χάλκινο  φίδι  καὶ  τὸ  ὕψωσε  σ’  ἕνα  κοντάρι  κι  ὅποιος  Ἰσραηλίτης  τὸ  ἔβλεπε  σῳζόταν.  Προσευχήθηκε  ὁ  Ἠλίας  καὶ  ἀνέστησε  τὸν  υἱὸ  τῆς  χήρας  στὰ  Σαρεπτὰ  τῆς  Σιδωνίας (Γ΄  Βασιλ.3,20-27).  Προσευχήθηκε  καὶ  ὁ  Ἐλισαῖος  καὶ  ἀνέστησε  καὶ  ἐκεῖνος  ἕνα  νέο(  Δ΄  Βασιλ.4,33). Τὸ  ἴδιο  καὶ  ὁ  Πέτρος  καὶ  ἀνέστησε  τὴν  Ταβιθὰ (Πράξ. 9,40).

  Ἐὰν  λοιπόν,  οἱ  ἅγιοι  ζῶντες  ἔχουν  τόση  δύναμη  μὲ  τὶς  προσευχές  τους,  πολὺ  περισσότερο  ἔχουν  ὅταν  εὑρεθοῦν  εἰς  τὸν  οὐρανό.  Ἐκεῖ  εἶναι  ἐντελῶς  ἀπερίσπαστοι  ἀπὸ  μέριμνες  καὶ  προβλήματα'  ἐκεῖ  εἶναι  ἐντελῶς  ἀπαλλαγμένοι  ἀπὸ  τὴν  ἁμαρτία'  ἐκεῖ  κύριο  ἔργο  ἔχουν  τὴν  προσευχή.  Ὅπως  λέγει  τὸ  βιβλίο  τῆς  Ἀποκαλύψεως'  «διὰ  τοῦτο  εἰσὶν  ἐνώπιον  τοῦ  θρόνου  τοῦ  Θεοῦ  καὶ  λατρεύουσιν  αὐτῶ  ἡμέρας  καὶ  νυκτὸς  ἐν  τῷ  ναῷ  αὐτοῦ».  Ἡ  λατρεία  καὶ  ἡ  ὑμνολογία  τῶν  ἁγίων πρὸς  τὸν  Θεὸν  εἶναι  ἀέναος,  συνεχής,  ἀκατάπαυστος.  Καὶ  ὅπως  στοὺς  ἐπιγείους  ναοὺς  μνημονεύουμε  καὶ  προσευχόμαστε  ὑπὲρ  τῶν  κεκοιμημένων,  ἔτσι  καὶ  στὸν  ἐπουράνιο  ναὸ  προσεύχονται  οἱ  ἅγιοι  γιὰ  μᾶς.

  Γι’ αὐτὸ  λοιπὸν  ἐπικαλούμεθα  τὶς  προσευχὲς  καὶ  τῶν  ζώντων καὶ  τῶν  κεκοιμημένων  ἁγίων.  Αὐτὸ  μάλιστα  τὸ  συνιστᾷ  καὶ  ὁ  Θεὸς  ὁ  ἴδιος.  Στὸν  Ἀβιμέλεχ,  ἕνα  βασιλιὰ  τῆς  Αἰγύπτου  ποὺ  εἶχε  ὑποπέσει  σ’  ἕνα  σοβαρὸ  παράπτωμα,  ὁ  Θεὸς  τοῦ  εἶπε  νὰ  προσφύγει  στὸν  Ἀβραάμ,  ποὺ  ἦταν  τότε  στὴν  Αἴγυπτο,  καὶ  νὰ  ζητήσει  τὴν  προσευχή του. «Προφήτης  ἐστι  καὶ  προσεύξεται  περί  σου  καὶ  ζήσει»Γέν.20,7).

  Νὰ  λοιπὸν  ποὺ  καὶ  ὁ  Θεὸς  συνιστᾷ  τὴν  προσφυγὴ  στὶς  προσευχὲς  τῶν  ἁγίων  καὶ  ὅτι  πράγματι  οἱ  προσευχὲς  αὐτὲς  ἔχουν  φοβερὴ  δύναμη'  ἃς  τὸ  προσέξουν  αὐτὸ  οἱ  προτεστάντες  οἱ  ὁποῖοι  φρονοῦν  τὰ  ἀντίθετα.

* * * * * *

  Λέγει  ὁ  ἴ.  Χρυσόστομος'  «Μή  μου  πεῖς  τί  μου  χρειάζεται  ἡ  προσευχὴ  τῶν  ἄλλων,  ἔστω  καὶ  τῶν  ἁγίων,  ἀφοῦ  ζῶ  εὐσεβῶς  καὶ  ἀγωνίζομαι  νὰ  ἐφαρμόσω  τὸ  εὐαγγέλιο.  Πάντοτε  ἔχουμε  ἀνάγκη  τῶν  προσευχῶν  τῶν  ἄλλων,  ὅσο  ἐνάρετοι  καὶ  εὐσεβεῖς κι  ἂν  εἴμαστε.  Παράδειγμα,  ὁ  Παῦλος,  ὁ  ὁποῖος  ἀνέβηκε  μέχρι  τρίτου  οὐρανοῦ  καὶ  ἄκουσε  ἄρρητα  ρήματα.  Ὁ  πρῶτος  μετὰ  τὸν  ἕνα'  τὸ  στόμα  τοῦ  Χριστοῦ'  κι  ὅμως  ποτὲ  δὲν  εἶπε'  ‘  τί  μου  χρειάζεται  ἡ  προσευχή;’  Ἂν  κι  αὐτοὶ  ποὺ  θὰ  προσευχόταν  γιὰ  τὸν  Παῦλο  δὲν  ἦταν  ἀνώτεροί  του  οὔτε  κὰν  ἰσάξιοι».  Ἀντιθέτως  ὁ  ἴδιος  ὁ  ἀπόστολος  προέτρεπε  καὶ  παρακαλοῦσε  τοὺς  χριστιανοὺς  νὰ  προσεύχωνται  γιὰ  κεῖνον.  Ἔτσι  στοὺς  Ρωμαίους  γράφει'  «Παρακαλῶ  δὲ  ὑμᾶς,  ἀδελφοί,  διὰ  τοῦ  Κυρίου  ἠμῶν  Ἰησοῦ  Χριστοῦ  καὶ  διὰ  τῆς  ἀγάπης  τοῦ  Πνεύματος, συναγωνίσασθαι μοὶ  ἐν  ταὶς  προσευχαὶς  ὑπὲρ  ἐμοῦ  πρὸς  τὸν  Θεόν»(Ρώμ.15,30).  Εἰς  τοὺς  Ἐφεσίους  συνιστᾷ  δέηση  «περὶ  πάντων  τῶν  ἁγίων  καὶ  ὑπὲρ  ἐμοῦ  ἶνα  μοὶ  δοθῆ  λόγος…»(Ἐφέ.6,18-19).  Τοὺς  Κολασσαεῖς  παροτρύνει  νὰ  προσεύχωνται  γράφοντάς  τους'  «τὴ  προσευχὴ  προσκαρτερεῖτε,  γρηγοροῦντες  ἐν  αὐτῇ  ἐν  εὐχαριστίᾳ,  προσευχόμενοι  ἅμα  καὶ  περὶ  ἠμῶν,  ἶνα  ὁ  Θεὸς  ἀνοίξη  ἠμὶν  θύρα  τοῦ  λόγου…»(Κόλα.4,2-3).  Στοὺς  Θεσσαλονικεῖς  παρακαλεῖ'  «Ἀδελφοί,  προσεύχεσθε  περὶ  ἠμῶν»(Ἅ΄Θεσσα.5,25  καὶ  Β΄Θεσσα.3,1).

  Ὄχι  δὲ  μόνον  ζητεῖ  νὰ  προσεύχωνται  ὑπὲρ  αὐτοῦ  καὶ  τῶν  συνεργατῶν  του,  ἀλλὰ  καὶ  πιστεύει  ὅτι  προσεύχονται  τὰ  πνευματικὰ  τοῦ  παιδιὰ  γι’  αὐτόν,  καὶ  ὅτι  στὶς  προσευχὲς  τοὺς  ὀφείλει  τὴν  ὑγεία  του  καὶ  τὴ  σωτηρία  του  ἀπὸ  μεγάλους  κινδύνους.  «Ἐλπίζω  ὅτι  διὰ  τῶν  προσευχῶν  ἠμῶν  χαρισθήσομαι  ὑμίν(Φιλήμ.22).  «Ὁ  Θεὸς  ἐκ  τηλικούτου  θανάτου  ἐρρύσατο  ἠμᾶς  καὶ  ρύεται,  εἰς  ὂν  ἠλπίκαμεν  ὅτι  καὶ  ἔτι  ρύσεται,  συνυπουργούντων  καὶ  ὑμῶν  ὑπὲρ  ἠμῶν  τὴ  δεήσει.» (Β΄Κό.1,10-11).

* * * * * *  

  Ἀλλὰ  καί,  ὁ  Πέτρος,  δὲν  εἶπε  τί  μου  χρειάζεται  ἡ  προσευχὴ  τῶν  ἄλλων  ἀφοῦ  εἶμαι  ἀπόστολος'  ἀφοῦ  ὁμολόγησα  τὸν  Χριστό'  ἀφοῦ  πάνω  στὴν  ὁμολογία  μου  στηρίχθηκε  ἡ  Ἐκκλησία.  Ἔτσι  ὅταν  ἦταν  φυλακισμένος,  ἀπὸ  τὸν  Ἡρῴδη  Ἀγρίππα  τὸν  Ἅ΄,  οἱ  χριστιανοὶ  τῶν  Ἱεροσολύμων  προσευχόταν  γι’  αὐτόν,  μὲ  ἀποτέλεσμα  νὰ  τὸν  ἐλευθερώσει  ἄγγελος Κυρίου κατὰ  θαυμαστὸ  τρόπο.  Λοιπόν,  κι  ἂν  ἀκόμη  εἶσαι  Παῦλος,  κι  ἂν  ἀκόμη  εἶσαι  Πέτρος,  ἔχεις  ἀνάγκη  τῶν  προσευχῶν  καὶ  μάλιστα  τῶν  ἁγίων. 

* * * * * *

  Ἀλλὰ  ἐνῷ  ἡ  προσευχὴ  ἔχει  τεράστια  δύναμη,  ἐνῷ  εἶναι  ἀναγκαία  ὅσο  ἐνάρετοι  καὶ  νὰ  εἴμαστε,  χρειάζεται μία προϋπόθεση γιὰ  νὰ  καρποφορήσει.  Καὶ  ἡ  προϋπόθεση  αὐτὴ  εἶναι  νὰ  προσπαθοῦμε  καὶ  ἐμεῖς'  ν’  ἀγωνιζώμαστε'  νὰ  μετανοοῦμε  γιὰ  τὶς  ἁμαρτίες  μας'  νὰ  βιάζωμε  τὸν  ἑαυτό  μας  πρὸς  ἐξάσκηση  τῆς  ἀρετῆς.  Μὴ  περιμένουμε  τὰ  πάντα  ἀπὸ  τὴν  προσευχὴ  τῶν  ἁγίων,  ἐνῷ  ἐμεῖς  οἱ  ἴδιοι  ραθυμοῦμε  καὶ  ἀμελοῦμε.  Ἡ  ἁγιότητα  δὲν  μεταδίδεται  κατὰ  μαγικὸ  τρόπο.  Θέλει  καὶ  τὴν  προσωπικὴ  ἐργασία.

  Ἔτσι,  ὁ  Ἱερεμίας,  ἐνῷ  προσευχήθηκε  τρεῖς  φορὲς  γιὰ  τοὺς  Ἑβραίους,  καὶ  τὶς  τρεῖς  φορὲς  ἄκουσε  τὸν  Θεὸ  νὰ  λέγει'  «Μὴ  προσεύχου,  μηδὲ  ἀξίου περὶ  τοῦ  λαοῦ  τούτου,  ὅτι  οὐκ  εἰσακούσομαί  σου»(Ἱερ.7,16).  Ἐπίσης  ὁ  Σαμουὴλ  ἐνῷ  προσευχόταν  γιὰ  τὸν  Σαοὺλ  καὶ  τοὺς  Ἰσραηλῖτες  ἐν  τέλει  αὐτοὶ  καταστράφηκαν  γιατί  δὲν  ἀκολουθοῦσαν  τὰ  παραγγέλματα  τοῦ  Θεοῦ.  Καὶ  στὸν  Ἰεζεκιὴλ  ὁ  Θεὸς  λέγει'  «καὶ  ἐὰν  ὦσιν  οἱ  τρεῖς  ἄνδρες  οὗτοι  ἐν  μέσῳ  αὐτῆς,  Νῶε  καὶ  Δανιὴλ  καὶ  Ἰώβ,  αὐτοὶ  ἐν  τὴ  δικαιοσύνη  αὐτῶν  σωθήσονται…ἡ  δὲ  γῆ  ἔσται  εἰς  ὄλεθρον»(Ἰεζ.14,14-16).  Καὶ  στὸν  Ἱερεμία  ποὺ  προσευχήθηκε  τρεῖς  φορὲς  καὶ  ἄκουσε  ἐπίπληξη  ἀπὸ  τὸν  Κύριο,  ὁ  Θεὸς  μετὰ  τοῦ  εἶπε'  «ἐὰν  στὴ  Μωϋσῆς καὶ  Σαμουὴλ  πρὸ  προσώπου  μου,  οὐκ  ἔστιν  ἡ  ψυχή  μου  πρὸς  αὐτούς»(Ἱερ.15,1).

  Καὶ  τὰ  λέγει  αὐτὰ  ὁ  Θεὸς  στὸν  Ἱερεμία  καὶ  στὸν  Ἰεζεκιὴλ  γιὰ  νὰ  τοὺς  δείξει,  ὄχι  ὅτι  δὲν  δέχεται  τὴν  ἱκεσία  τους  καὶ  τοὺς  περιφρονεῖ,  ἀλλὰ  δὲν  ἀξίζουν  οἱ  ἰουδαῖοι  γιὰ  νὰ  τοὺς  βοηθήσει. Γι’ αὐτὸ  καὶ  ἀναφέρει  τὰ  ὀνόματα  τοῦ  Νῶε,  Δανιήλ,  Ἰώβ,  Μωϋσῆ  καὶ  Σαμουήλ.  Εἶναι  σὰν  νὰ  λέγει  σὲ  μᾶς  σήμερα'  ἀκόμη  καὶ  ἡ  Παναγία  καὶ  ὁ  Χρυσόστομος  καὶ  ὁ  Ἀθανάσιος  νὰ  προσευχηθοῦν  γιὰ  σᾶς  ἐγὼ  δὲν  σᾶς  βοηθῶ.  Ἡ  κακία  σας  εἶναι  ἀπροσμέτρητη  καὶ  φοβερή.

  Γνωρίζοντας λοιπὸν  αὐτὰ  οὔτε  νὰ  περιφρονοῦμε  τὶς  προσευχὲς  τῶν  ἁγίων  οὔτε  νὰ  περιμένουμε  ἀπ’  αὐτὲς  τὰ  πάντα  ὅταν  ἐμεῖς  ραθυμοῦμε  καὶ  δὲν  ἀγωνιζόμαστε.

Δευτέρα 23 Μαΐου 2022


 

Ἀγαπητοί πατέρες καί ἀδελφοί Χριστός Ἀνέστη. Κυκλοφορεῖ σέ ἠλεκτρονική μορφή καί σέ ἔντυπη μορφή, τό παρόν μικρό ἔντυπο 24 σελίδες. Εἶναι τό τέταρτο κατά σειρά πού κυκλοφορεῖ μέ τήν ἐπιμέλεια μοῦ, μετά ἀπό τά κηρύγματα καί τίς ὁμιλίες μου. Δώδεκα μικρές διδακτικές ἱστορίες ὠφέλειας. Τά ἔσοδα θά διατεθοῦν γιά τούς φυλακισμένους ἀδελφούς μας. Δέν ὑπάρχει τιμή, παρά μόνο ὅποιος τό ζητήσει ὅτι θέλει καί ὅτι μπορεῖ νά βοηθήσει.

email: pater9870@gmail.com 

 

Μέ ὅση Ἀγάπη Χριστοῦ ἔχω.

Ἀρχιμανδρίτης Σιλουανός ὁ Προδρομίτης.

 

Πέμπτη 5 Μαΐου 2022




 ΑΡΧΙΜ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ Ph.D.


Η ΓΛΩΣΣΑ ΕΙΝΑΙ ΜΑΧΑΙΡΙ…!
Έκδοση Α’ Δεκέμβριος 2013

ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΘΑΒΩΡ»


 Ιεροκατάκριση.

Ο Μωυσής, ήταν πνευματικός ηγέτης του ιουδαϊκού λαού, (όπως είναι στην Εκκλησία μας οι ιερείς και οι αρχιερείς). Και πήρε ως γυναίκα μια αιθιόπισσα. Κάτι, που δεν άρεσε στα αδέρφια του Άαρων και Μαριάμ. «Και ελάλησε Μαριάμ και Άαρων κατά του Μωυσή» (Αριθμ.12: 1). Όχι, βέβαια, πως τον ύβρισαν, απλά σαν αδέρφια θα του είπαν: «βρε αδερφέ, τι έκανες εκεί; Τέτοια γυναίκα πήρες;».
Και όμως ο Κύριος, γι’ αυτό το «ασήμαντο» που είπαν εις βάρος του εκλεκτού Του δούλου, οργίσθηκε! (Αριθμ. 12:9). Και τους επέπληξε: «Πως λοιπόν δεν φοβηθήκατε, και κατακρίνατε έναν τέτοιο υπηρέτη Μου;» (Αριθμ.12: 8). Και έστειλε σαν «τιμωρία» στην Μαριάμ, (επειδή πιθανόν αυτή «κίνησε» το θέμα), την φοβερωτάτη λέπρα (Αριθμ. 12: 10).
Γιατί λοιπόν τέτοια «αντίδραση» από τον φιλάνθρωπο Κύριο; Επειδή ακριβώς σπίλωσαν τον υπηρέτη Του. Τον «μείωσαν» στα μάτια του λαού. Και προκειμένου ο Θεός να τον «αποκαταστήσει» να τον κρατήσει ψηλά στη συνείδηση του λαού τιμώρησε με λέπρα την Μαριάμ.
Κάτι ανάλογο ισχύει και με την κατάκριση που κάνουμε εις βάρος των πνευματικών μας πατέρων, ιερέων και αρχιερέων. Τους μειώνουμε στη συνείδηση του λαού, τους υποβιβάζουμε, με αποτέλεσμα ο λαός να απομακρύνεται από την Εκκλησία, που είναι η σωτηρία! Σκεφθείτε το μέγεθος της αμαρτίας μας!

Άγιο Ποτήριο

Το Άγιο Ποτήριο είναι Άγιο, γιατί «υποδέχεται» το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Γι’ αυτό και το προσκυνάμε, το διατηρούμε καθαρό, και δεν τολμούμε να το μουντζουρώσουμε, αλλά και αν ιδούμε πάνω του κάποια μουντζούρα, σπεύδουμε να το καθαρίσουμε, να το κάνουμε να αστράφτει, άσχετα αν είναι κατασκευασμένο από ψεύτικο υλικό. Και έτσι πρέπει!
Και ο ιερέας, που φέρει την ιερωσύνη του Χριστού, είναι ένα Άγιο Ποτήριο, και μάλιστα ζωντανό! Με άλλα λόγια, όση ιερότητα έχει το άψυχο Άγιο Ποτήριο, που υποδέχεται το Σώμα του Χριστού, τόση ιερότητα έχει και ο ιερέας, που σαν Άγιο Ποτήριο φέρει την ιερωσύνη του Χριστού. Όπως δεν πρέπει να μουντζουρώνουμε το άψυχο Άγιο Ποτήριο, έτσι δεν πρέπει να μουντζουρώνουμε (κατακρίνουμε, συκοφαντούμε) και το έμψυχο Άγιο Ποτήριο (τον ιερέα).
Αν στο άψυχο Άγιο Ποτήριο ιδούμε καμιά μουντζούρα, την εξαφανίζουμε. Το ίδιο θα πρέπει να κάνουμε και στο έμψυχο Άγιο Ποτήριο, (τον ιερέα): Αν ακούσουμε κάτι κακό εις βάρος του, οφείλουμε σαν χριστιανοί να το θάβουμε, να το εξαφανίζουμε, και να μην το διαδίδουμε, κατηγορώντας τον ιερέα! Αν δεν το κάνουμε, τότε σαν χριστιανοί, σε τι διαφέρουμε από έναν μη χριστιανό; «Και αν έχεις τέτοιους φίλους, τι τους θέλεις τους εχθρούς;».

Τρίτη 1 Μαρτίου 2022



 Σύντομα κηρύγματα στους χαιρετισμούς της Παναγίας. Σε ελάχιστα αντίτυπα μόνο από τον Συγγραφέα
Αποστέλλεται δωρεάν  και σε ηλεκτρονική μορφή
 στο e-mail.
Περισσότερες πληροφορίες pater9870@gmail.com